Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2008

Ο Γάκος δεν βλέπει το Ούρμπαν Λέτζεντ (1998)

Είναι ψιλοφόλα, οκέι, γιατί να το κρατάμε μυστικό, οπότε το γύρισα με συνοπτικές στο ΕΤ3* κι αποξεχάστηκα με τα ζούδια που για όνομα δηλαδή αλλά είναι με το καυλί στο χέρι όλη μέρα, ρε π@ύστη.

Οκέι, ψάχνονται και για φαΐ, και κυνηγιόνται, και μ@λακίζονται, και… και αυτά – αλλά το κύριο μέλημά τους είναι ο πήδουλος.

Έδειχνε τπ κάτι γατιά, και καλά άγρια (καμία σχέση, σα το γάτο μας τον Τσίπη ήτανε που τον είχαμε ευνουχίσει κι ήρθε κι έγινε είκοσι κιλά ο χαντούμης – γατέβερ), και η άλλη λαίμαι ΤΟ ΕΚΑΝΕ με τον γάτο μπροστά στα κατσούλια. Στο λόγο μου! Εκείνα νιαρ-νιάααααααρ, και ξανά-μανά νιαρ-νιάααααααρ, μ’ ένα βλέμμα απίστευτης απόγνωσης («Γιατί μάς πηδάν τη μάνα, ποιος είν’ αυτόοοοοος; Μαμάααααα!»), αλλά η εξώλης δώσ’ του να κυλιέται σε κάτι ραδίκια (που τα ’χε μασήσει ο άλλος πρώτα; που τα ’χε μασήσει αυτή; που τα ’χε μασήσει ο παραγωγός του Νάσιοναλ Τζιογκράφικ; του Άνιμαλ Πλάνετ; Δεν ξέρω, δε το ’δα απ’ την αρχή, θα μας μείνει απορία – πάντως κάποιος τα ’χε μασήσει), που τα ραδίκια λέει μυρίζανε πολύ σεξουλιάρικα (πίπες χερμπ: ο τυπάς την είχε άνετα από την αρχή, κι αυτή κι εμείς και το Νάσιοναλ Τζιογκράφικ το ξέραμε επίσης, και το Άνιμαλ Πλάνετ το ήξερε, αλλά ξερωγώ, για το ονόρε) κι έτσι τούς ερχόντανε οι ορέξεις.

Η σκύλα η γάτα στο μεταξύ άρχισε να σουρομαδιέται και να σούρνει τελείως έξαλλα, τόσο που ο κάτμαν την έκανε σε κάποια φάση, γιατί στα σοβαρά τώρα φοβήθηκε, κι αυτή τον τσαμάκωσε τσατ-μπαμ σ’ ένα τοιχαλάκι και τον στρίμωξε. Άσχημα.

Μη, τα πολυλογώ, αφού ξεμπερδέψαμε με δαύτους, πήγαμε στο Σερενγκέτι, όπου η μετάφραση-αφήγηση μάς είπε τη φοβερή λέξη «τσίτα», εννοώντας το τσιτάχ το γκιούμι (γιατί μας δείχνανε ποικιλjια ζώων), και την ξαναείπε, και ξανά άλλη μία στα καπάκια, η τσίτα και η τσίτα, οπότε κι εγώ ξανάβαλα το φιλμέτο, για να πέσω πάλι σε μια καλούλα γκορ κι έτσι σκηνή, μα λίγο η ώρα λίγο άλλοι φρικμπραδερικοί παράγοντες με ζμπρώξανε να ξαναβάλω το Σκάι, κι έτυχα σε μια ψηλοκώλα καμηλοπάρδαλη που πήγαινε να τη βατέψει ένας ζγδούμπος καμηλοπάρδαλος, κι εκείνη η έρμη τού καθότανε κοιτώντα τον ορίζοντα με ύφος θα-πάω-κι-ας-μου βγει-και-σε-κακό, αλλά ο περονόσπορας ΔΕΝ ΤΗΝ ΕΦΤΑΝΕ. Μ@λάκες, τρελό γέλιο, και υποτίθεται το τυπάκι είχε πλακώσει στις μάπες όλα τα άλλα σερνικά της αγέλης – καλά, τι σ@ατά ήτανε οι άλλοι; γιακ; κατσίκια; καμήλες; καμήλες-νάνοι; Με την απορία θα μείνω.

Κι είπε πάλι η ίδια μετάφραση-αφήγηση «φερορμόνη» (με το ρου), οπόταν η συνείδησή μου δε το δέχτηκε και πάτησα ένα κουμπί στην τύχη και είδα μπροστά μου τον Παύλο Τσίμα.

Μ@λάκες, ο Παύλος Τσίμας άφησε μούσι; Πώς είναι έτσι;!

Ρε 78, γελάω, ρε φίλος. Οχ. Η κοιλιά μου.

Τέσπα, τώρα που είπα νάνοι. Ήταν μια παλιά άχρηστη σκέψη που έχω κάνει, για ένα θριλερικό ματς μπάσκετ με νάνους vs νάνους, με θεατές διάφορα φρικς και τα λοιπά, με σκοτάδια, με θολούς προβολείς και μπλε φώτα, ξέρετε τώρα, και μά το Θεό είχε ένα τέτοιο πράμα σε μιάνα εκπομπή (γιατί τον Τσίμα δε τον άντεχα με το μουστακάκι, όχι τώρα): ένα ματσάκι με νάνους! Σε ανοιχτό γήπεδο, κάτι σα το Ποσειδώνιο. Στο μεταξύ, δε, όλα τα άλλα ήτανε σε νορμάλ σάιζ, οπότε οι άνθρωποι είχαν πραγματικό πρόβλημα με το σκοράρισμα, αν και κατά τα άλλα το παίζανε όπως κι εμείς,** με κατεβάσματα, ντρίμπλες, σκριν, λεϊάπ, στοπ, τα πάντα. Το όριο ήταν το ένα-είκοσι. Κρίπι, huh;

Τι να πω… Αυτά. Για το έργο δεν έχω να πω κάτι, μιλάει η σιωπή. Κατ.

Αν ακούει κάποιος γιατρός και μπορεί να με βοηθήσει, ευχαρίστως.***



------------------------
* Ή στο Σκάι;
** Εσείς, για την ακρίβεια.
*** Όχι εσύ, ρε Αφ, νοσοκόμα δε με είπες ότι είσαι;


Μέιντ μπαι Γάκος

Δεν υπάρχουν σχόλια: